Μαν, Κλάους

Μαν, Κλάους
(Klaus Mann, Μόναχο, 1906 – Κάνες, 1949). Γερμανός συγγραφέας και ποιητής. Ήταν το πρώτο από τα έξι παιδιά του μεγάλου συγγραφέα Τόμας Mαν. Εργάστηκε και ως θεατρικός κριτικός, ηθοποιός και δημοσιογράφος. Το 1933, με την άνοδο του ναζισμού, εγκατέλειψε τη Γερμανία και πήγε στο Άμστερνταμ, όπου εξέδωσε την αντιναζιστική εφημερίδα Die Sammlung. Το 1936 πήγε στις ΗΠΑ ως επισκέπτης αρχικά, αλλά το 1943 απέκτησε την αμερικανική ιθαγένεια και υπηρέτησε στον αμερικανικό στρατό. Έγραψε πολλά ποιήματα και μυθιστορήματα, τα κυριότερα από τα οποία είναι Ο ευσεβής χορός (Der fromme Tanz, 1925) και Περιπέτεια (1929), μια αξιόλογη Ανθολογία της νεότατης πεζογραφίας (1928), Alexander: A novel of utopia (1929), Μεφίστο (Mephisto, 1936), που μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο με πολύ μεγάλη επιτυχία από τον Ούγγρο σκηνοθέτη Ίστβαν Ζβάμπο (1981), Pathetic symphony, βιογραφία του Τσαϊκόφσκι (1936), Λούντβιχ (Lundwig, 1937), το αυτοβιογραφικό The turning point (1942), Andre Gide and the crisis in modern thought (1943). Μαζί με την αδελφή του Έρικα, ηθοποιό και συγραφέα, έγραψαν τα Escape to life (1939) και The other Germany (1940).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Μαν, Τόμας — I (Thomas Mun, Λονδίνο 1571 – 1641). Άγγλος οικονομολόγος. Ήταν έμπορος στην Ιταλία και στην Ανατολή, ανέλαβε κατόπιν διευθυντική θέση στην Εταιρεία των Ανατολικών Ινδιών (1615). Κύριος εκπρόσωπος της τάσης που αργότερα ονομάστηκε μερκαντιλισμός… …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • ποπ-αρτ — (pop art). Σύντμηση του popular art, που καθορίζει την καλλιτεχνική τάση, η οποία δημιουργήθηκε στις ΗΠΑ λίγο πριν το 1955 από μια αναβίωση του ντανταϊσμού (από όπου προέρχεται και ο χρησιμοποιούμενος σε ορισμένες περιπτώσεις όρος «νεο νταντά»).… …   Dictionary of Greek

  • Γότθοι — Αρχαίος γερμανικός λαός που προερχόταν από τη νότια Σκανδιναβία και συγκεκριμένα από την περιοχή που ονομάζεται Γκότλαντ (χώρα των Γότθων). Στις αρχές των χριστιανικών χρόνων ήταν εγκατεστημένοι στις νότιες ακτές της Βαλτικής, που θεωρείται πως… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”